Αντίο

 

Έσβησε απότομα το τσιγάρο της και ξεφύσηξε τον τελευταίο καπνό στο πρόσωπό του.  Πάνε δέκα λεπτά που δεν έχουνε μιλήσει. Εκείνος την κοιτάζει και δε μιλάει..εκείνη καπνιζει και κοιτάζει στο χώρο. Πού και πού του ρίχνει κάποιο βλέμμά κάνει να μιλήσει αλλά το πνίγει. Μα τώρα φαινόταν αποφασισμένη σκύβει μπροστά του με φόρα και του λέει

– Τι ιατρικές εξετάσεις έχω να κάνω την επόμενη εβδομάδα; του φωνάζει
– Τι λες; της λέει έκπληκτος
– Αυτό που ακούς! Τι εξετάσεις έχω να κάνω ρωτάω απλά!
– Ρωτάς άσχετα. Δεν ξέρω.  Τρέλλας μήπως; της λέει αδιάφορος

Γελάει. Πλησιάζει ξανά κοντά του

– Πώς πήγαινε εκείνο το τραγούδι που σου πα οτι μου αρέσει πολύ;
– Ποιο τραγούδι? Ολα σου αρέσουν…λέει λίγο αμήχανα

Γελάει και πάλι. Ειρωνικό γέλιο απλώνεται στο εστιατόριο.

– Ο αδερφός μου τελικά το ξεπέρασε εκείνο το οικονομικό πρόβλημα που σου λεγα ανήσυχη;
–  Ω.. πάει τόσος καιρός..τι έγινε το παιχνίδι με τις δέκα ερωτήσεις παίζουμε;

Γελάει ακόμα πιο δυνατά. Κάποιοι ενοχλούνται στα γύρω τραπέζια και την κοιτάζουν περίεργα.

–  Τι λέω χρόνια οτι θέλω να κάνω και ακόμα να το κάνω;
–  Εύκολο! Δίαιτα! της λέει πικρόχολα
–  Για φαντάσου σου βγάζω τον καλό σου εαυτό..εύγε..
–  Εσύ φταις
– Εγώ φταίω;
– Ναι εσύ..τι πάνε να πούνε όλες αυτές οι ερωτήσεις; Αν δεν τις ξέρω κόβομαι; Χάνω πόντους; Μένω μετεξεταστέος;

Τον κοιτάζει…βαθιά στα μάτια…το ύφος της είναι λίγο ειρωνικό και λίγο μελαγχολικό… ακουμπά τα χέρια στο τραπέζι…κάνει να της τα πιάσει αλλά απομακρύνεται. Τον κοιτάζει ακόμα πιο βαθιά στα μάτια.. και ψιθυρίζει..

–  Αυτό που πάντα ήθελα να κάνω και ποτέ δεν έβρισκα το χρόνο ή το θάρρος να το κάνω ήταν να ανοίξω εκείνο το εστιατόριο στο αγαπημένο μου στέκι..τόσες ιδέες σκόρπιες..Αυτό που δεν ξέρεις είναι οτι το νοίκιασα πριν 2 εβδομάδες. Με μια παρέα ετοιμάζουμε πυρετωδώς το πλάνο εξοπλισμού..ανακαίνισης και λοιπά. Ναι το αποφάσισα. Πριν 2 εβδομάδες. Τότε που σου είπα να βρεθούμε από κοντά. Ηθελα να πιούμε σε αυτό. Είχα αγοράσει και το κρασί που σου αρέσει. Οταν γύρισες σπίτι είχα χάσει τη διάθεση να σου πω. Δεν ξέρω γιατί. Σα να είχα χάσει την ενέργειά μου… Ο αδερφός μου απο χτες είναι φυλακή. Θα τον βγάλουμε..έχω καλό δικηγόρο…αλλά τελικά δεν γλίτωσε τη σύλληψη. Περίμενα να με ρωτήσεις να πεις…είπα οτι δε μπορεί κάποια στιγμή θα θυμηθείς οτι κλαίω για εκείνον τα βράδια..  Οι εξετάσεις είναι γιατί εκείνο το σπυρί το ύποπτο που σου έδειξα στο πόδι μεγάλωσε κι άλλο…και ο γιατρος είπε οτι πρέπει να γίνει άμεσα βιοψία.

Σηκώνεται και παίρνει τη ζακέτα της στο χέρι….συνεχιζοντας

–  Στο τραπέζι της κουζίνας θα βρεις τα κλειδιά του σπιτιού. Αύριο μην ξεχάσεις έρχεται η μητέρα σου να την πάρεις από τον Κηφισό. Πάντα ήθελες να γράψεις ένα cd με τα τραγούδια σου. Στο τραπέζι θα βρεις το τηλέφωνο ενός συνθέτη που περιμένει να τα ακούσει και να σε βοηθήσει.  Ο φίλος σου που χώρισε εκείνος που μου γνώρισες πριν κανά μήνα θα ναι η τέλεια παρέα για να πάτε διακοπές. Σου άλλαξα το εισιτήριο μου και το άφησα ανοιχτό για να βάλεις το όνομά του. Η τεκίλα που κρυφοπίνεις τα βράδια πριν ξαπλώσεις έχει τελειώσει. Σου πήρα άλλες 2 και τις έβαλα στο αγαπημένο σου ντουλάπι..εκείνο με τις παλιές σου ηχογραφήσεις με την μπάντα. 

Ξέρεις…πάντα όταν με έλεγες δικό σου άνθρωπο και οτι με αγαπάς και νιώθεις καλά μαζί μου και λοιπά…και κούναγα το κεφάλι …δεν είχα αντιληφθεί οτι το εννοούσες. Και έχεις δίκιο. Κανείς δεν σε ξέρει τόσο καλά όσο σε ξέρω εγώ. Κανείς δεν ξέρει πώς αναπνέεις..πότε δεν είσαι καλά..πότε έχεις θυμώσει..πότε πεινάς. Κανείς δεν ξέρει τι σε έχει κάνει να βουρκώσεις και τι σε έχει κάνει ψυχρό και αδιάφορο. Πότε ενώ μεθάς και γλεντάς είσαι χάλι μαύρο…και πότε πραγματικά απολαμβάνεις τη βραδιά σου.. Εχεις δίκιο..είμαι δικός σου άνθρωπος… Αυτό που δεν είχα αντιληφθεί η χαζή τόσο καιρό ήταν οτι εσύ δεν ήσουν ποτέ δικός μου άνθρωπος. Μια μανία να είμαι η σκιά σου. Μια υποταγή στο δικό σου κόσμο λες και δεν έχω δικό μου. Μια κρυφή θαυμάστρια σε ο,τι σου συμβαίνει. Αν ήσουν δικός μου..δε θα σε έφερναν σε τόση αμηχανία οι ερωτήσεις μου….Θα ήσουν μαζί μου στο γιατρό..θα είχες  επισκεφθεί τον αδερφό μου για να νιώσω καλύτερα εγώ…θα με πρίζωνες να ανοίξω το ρημάδι το μαγαζί… Αν ήσουν δικός μου ..θα προσπαθούσες περισσότερο…Αν ήσουν ο καλύτερος φίλος μου όπως με έλεγες εσύ αφελώς…θα θυμοσουν το βράδυ πριν κοιμηθείς να κλείσεις το παράθυρο από τη μεριά μου…κι ας είναι καλοκαίρι γιατί ξέρεις οτι μες στη νύχτα κρυώνω…όση ζέστη κι αν κάνει..κι ας ίδρωνες εσύ…λίγο παραπάνω..  Και το αστείο για να γελάσουμε..θα είχες φτιάξει τη καφετιέρα που χάλασε εδώ και 2 μήνες…απλά γιατί ξέρεις οτι μου αρέσει να ξυπνάω με τη μυρωδιά του καφέ.. χαχα..

Προχωράει 2 βήματα μπροστά….και ξαναγυρίζει το κεφάλι της σε εκείνον. Αυτός την κοιτάζει σχεδόν βουρκωμένος αλλά δε μιλάει…

– Δε φταις εσύ. Εγώ φταίω..που δεν είδα από την αρχή οτι μου πέφτεις λίγος…

Σκούπισε γρήγορα τα δάκρυά της και έφυγε με ένα ψιθυριστό Αντίο..